.

.
Ολόκληρο το κείμενο...
Το κείμενο αυτό παρουσιάζει με κριτικό τρόπο τη συμβολή της Συγκρουσιακής Πολιτικής ως πεδίου στον  τρόπο με τον οποίο η επίσημη ακαδημαϊκή κοινωνιολογία και πολιτική επιστήμη προσεγγίζουν τις συλλογικές δράσεις και τα κοινωνικά κινήματα. αραλληλίζει την επίδρασή της με εκείνη που άσκησε στις φυσικές επιστήμες η αναγεννησιακή ανασκευή της κλασικής Αριστοτελικής θεωρίας για την κίνηση, που υποστήριζε πως Η «φυσική κατάσταση» των σωμάτων είναι η στάση, Άρα κάθε κίνηση απαιτεί αίτιο. Με την έλευση του Γαλιλαίου το 17ο και αργότερα του Νεύτωνα το 18ο αι. –ειδικά με τη διατύπωση του 1ου Νόμου του Νεύτωνα  –του λεγόμενου Νόμου της Αδράνειας) η παραδοχή αυτή άλλαξε. Η νέα προσέγγιση έδειξε ότι τα σώματα τείνουν φυσικά προς την κίνηση. Συνεπώς, μην αναζητάτε τις αιτίες της κίνησης, αναζητάτε τις αιτίες της στάσης. Η Συγκρουσιακή Πολιτική κομίζει κάτι παρεμφερές στη μελέτη των συλλογικών δράσεων και των κοινωνικών κινημάτων.Στην πιο συμβατική πολιτική επιστήμη (που εστιάζεται σε θεσμούς και διαδικασίες διακυβέρνησης), αλλά και στις προσεγγίσεις που κυριαρχούσαν στη μελέτη των συλλογικών δράσεων κατά τις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες, οι κοινωνικές συγκρούσεις αποτελούσαν παράγοντα εξωγενή και συγκυριακό: αποτελούσαν διαταραχές. Εύλογα λοιπόν, το ερώτημα που διείπε την διερεύνησή τους οσάκις εκδηλώνονταν ήταν: Γιατί συγκρούσεις; Γιατί αυτό το έκτακτο (και τελικά παθολογικό) φαινόμενο;  Η Συγκρουσιακή Πολιτική αντέστρεψε αυτή την προσέγγιση με τρόπο άμεσο και ριζικό (όπως η Νευτώνεια μηχανική αντέστρεψε την Αριστοτελική): Στο βαθμό που στις κοινωνίες υφίσταται συστηματική κυριαρχία, οι συγκρούσεις όχι μόνο έκτακτη παθολογία δεν συνιστούν, αλλά –το ακριβώς αντίθετο- αποτελούν εγγενή –και βασική- συνιστώσα του πολιτικού φαινομένου. Το κρίσιμο ερευνητικό ερώτημα δεν είναι Γιατί σύγκρουση; αλλά –ακριβώς- Πώς σύγκρουση; Η μετατόπιση αυτή ανέδειξε παραμελημένες πλευρές του διεκδικητικού σύμπαντος (προπαντός τα έλλογα –εργαλειακά/επιτελεστικά αλλά και βιωματικά στοιχεία των συλλογικών δράσεων) και δημιούργησε τις προϋποθέσεις ενός νέου ερευνητικού προγράμματος.  Όπως επεσήμανε ο Charles Tilly, τάξη και όχι αταξία είναι αυτό που κυρίως χαρακτηρίζει τις συλλογικές δράσεις. Αλλά εξίσου σημαντική συμβολή θεωρώ πως είναι ο εξαιρετικής γνωστικής οικονομίας αναλυτικός διαμερισμός του αντικειμένου σε τέσσερεις βασικούς τομείς με ειδικές έννοιες, γενικεύσεις και θεωρία:
(α) το κινηματικό περιβάλλον —τόσο ως δομικό, σχετικά σταθερό διακανονισμό όσο και ως περιστασιακή συγκυρία— που ευνοεί το ξέσπασμα συλλογικών διεκδικητικών δράσεων (πολιτικές ευκαιρίες και απειλές)· (β) τις διάφορες μορφές δράσης (διεκδικητικά ρεπερτόρια)· (γ) τον πολιτικό λόγο που οι διεκδικητές εκπέμπουν προκειμένου να προωθήσουν τα αιτήματά τους (αξιακές πλαισιώσεις)· (δ)  τις οργανώσεις και τα κοινωνικά δίκτυα που υποστηρίζουν τις διεκδικήσεις και τα κοινωνικά κινήματα.
Μια σειρά από κενά και ερωτήματα ωστόσο παραμένουν. Το κείμενο εστιάζεται σε πέντε κρίσιμες αντινομικές αντιπαραθέσεις (σε μεγάλο βαθμό κληρονομιά γνωστικών διεργασιών που αναδείχθηκαν κατά το συγκρουσιακό ’68) —θέσεις που αναπτύσσονται σε αεροστεγή απομόνωση, οικοδομώντας την αντίστοιχη επιχειρηματολογία τους χωρίς το η μία να λαμβάνει υπόψη της την άλλη.
·         Η πρώτη αφορά την ίδια τη φύση του αντικειμένου: την κινηματική ταυτότητα -το ερώτημα τι είναι κοινωνικό κίνημα και τι όχι·
·         η δεύτερη σχετίζεται με το γενικό επιστημολογικό χαρακτήρα της θεωρίας (το ζήτημα της σχέσης γενικής και μερικής θεωρίας —τόσο ως αυτό υφίσταται στη Συγκρουσιακή Πολιτική, όσο και ως αίτημα: πώς, δηλαδή, οφείλει να είναι)· συναφώς και η
·         η τρίτη διάσταση (και αντινομία), η οποία αφορά τη σχέση μελετητή-ακτιβιστή, υποκειμένου και αντικειμένου της γνώσης: Σπουδαστήριο ή οδόφραγμα; Μήπως αμφότερα; Και αν ναι πώς και με ποιους όρους;
·         Επίσης: πρέπει οι κινηματικές δράσεις να προσλαμβάνονται ως βιωματικές εκφάνσεις κουλτούρας ή ως απόρροιες εργαλειακών/ορθολογιστικών υπολογισμών; Τέλος
·         το παλαιό, αλλά στις μέρες μας ακόμη ανεπίλυτο, ζήτημα δομή η δράση; Τα κινήματα και οι κινηματικές πρακτικές είναι απόρροια δομικής επίδρασης και επενέργειας ή προϊόν στρατηγικής δράσης);